η μεγάλη ευκαιρία της πανδημίας (που δεν πρέπει να πάει χαμένη)
κέιμενο στην διανέοσις 4/αυγούστου/2020
στο κείμενο αυτό επιχειρούμε να ψηλαφίσουμε τις επιπτώσεις της Covid-19 στην ελληνική αγροδιατροφή, κυρίως αναλύοντας την εμπειρία από την οικονομική κρίση 2008-2017 και αξιολογώντας τον νέο προϋπολογισμό της ΚΑΠ 2021-27. Θα πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί στις αξιολογήσεις καθώς τα στοιχεία είναι νωπά και η πανδημία ακόμα σε εξέλιξη, παρ’ όλα αυτά μπορούμε να τολμήσουμε μερικές διαπιστώσεις. Συνοπτικά, η πρωτογενής παραγωγή στην Ελλάδα δεν αναμένεται να επηρεαστεί από την πανδημία, όπως λίγο επηρεάστηκε από την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Η μεταποίηση όμως, η διανομή και η εστίαση θα επηρεαστούν αρνητικά και ίσως πολύ σημαντικά –ειδικά η εστίαση. Η κατάρρευση του τουρισμού θα έχει ίσως κάποιες επιπτώσεις σε συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής και μεταποίησης, αλλά στο σύνολο δεν θα επηρεάσει σημαντικά την αγροδιατροφή. Η νέα ΚΑΠ θα έχει στο μέλλον κομβικές επιπτώσεις στη γεωργία και στην αγροδιατροφή.
Η πανδημία συνέβαλε στο να κατανοήσουμε βαθύτερα τον ρόλο της αγροδιατροφής, όχι μόνο στην Covid-19 αλλά και σε μελλούμενες πανδημίες, και μας βοήθησε να αντιληφθούμε τη σημασία της παραγωγής, μεταποίησης, διανομής και κατανάλωσης τροφίμων ευρύτερα. Στις περισσότερες πρωτεύουσες του κόσμου, με κάποιες -δυστυχώς σημαντικές- εξαιρέσεις, έγινε αντιληπτό ότι η στρατηγική προς την αειφόρο ανάπτυξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα αειφόρο σύστημα αγροδιατροφής. Στις Βρυξέλλες, η εμπειρία της Covid-19 ενσωματώθηκε αμέσως στη στρατηγική για την αγροδιατροφή, για το κλίμα και για τη βιοποικιλότητα. Παρότι η Σύνοδος Κορυφής της 21 Ιουλίου 2020 που συνεδρίασε και αποφάσισε υπό το φάσμα μιας δραματικής επερχόμενης ύφεσης, έδειξε μια υποχώρηση, οι βασικές αρχές των στρατηγικών για την αειφορία φαίνεται να είναι ακόμα ζωντανές στους θεσμούς της Ε.Ε., στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από ό,τι διαφάνηκε και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αυτό ίσως αποτελέσει ένα λάκτισμα προς τις 27 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στην Αθήνα, για να κάνουν το ίδιο στο μέλλον.
Η χώρα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα τη σύνταξη μιας εθνικής στρατηγικής για την αγροδιατροφή, οριζόντια ανά προϊόν, αλλά και γεωγραφικά, θέτοντας την αγροδιατροφή στην προπομπή μιας πορείας προς την αειφόρο ανάπτυξη, όπως έπραξε η Ε.Ε. με την ΑΑΣΠ. Η μείωση των συνθετικών λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και αντιβιοτικών καθώς και η αύξηση της οικολογικής γεωργίας θα παράξουν ένα εθνικό κοινό αγαθό ωφελώντας κατ’ αρχήν το περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα και την ελληνική φύση. Για τη συμβολή της στο κοινό αγαθό του περιβάλλοντος και της φύσης, καθώς και στην οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας και της χώρας, η γεωργία και η αγροδιατροφή αποτελούν εθνική υπόθεση, όχι μόνο της γεωργίας και των γεωργών. Είναι εθνική υπόθεση η γεωργία κυρίως γι' αυτό: επειδή απέδειξε ότι μπορεί να κρατήσει σταθερό το εισόδημα και την απασχόληση στην ελληνική περιφέρεια. Για να το επιτύχει όμως αυτό η χώρα, απαιτείται άμεσα μια συντονισμένη εθνική στρατηγική. Επειδή αφορά ένα κοινό εθνικό αγαθό, η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να ξεκινά μόνο από τα γραφεία της πλατείας Βάθη. Χρειάζεται και ένας άλλος φορέας-θεσμός που να ενσωματώσει όλους τους εταίρους της αγροδιατροφής. Εκτός από τους αγρότες πρέπει να συμμετέχουν και οι εταίροι της μεταποίησης, της διανομής, της εστίασης και του τουρισμού, καθώς και όλο το σύστημα των αγροτικών εισροών, ακόμη και οι τελικοί καταναλωτές. Απαραίτητος παράγοντας είναι η επιστημονική κοινότητα και κυρίως ένας "μεσολαβητής" που θα μεταδίδει τη γνώση και θα συμβουλεύει τους γεωργούς και τους υπόλοιπους εταίρους καθώς και ένας λειτουργικός, μοντέρνος διοικητικός μηχανισμός για την εφαρμογή και τον έλεγχο.
Τα κλάσματα της ελληνικής γεωργίας μπορούν να βελτιωθούν είτε αυξάνοντας τον αριθμητή (μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία), είτε μικραίνοντας τον παρονομαστή (λιγότεροι δικαιούχοι). Στον παρονομαστή, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να συμβάλουν, ούτε και να επιβιώσουν όλες ανεξαιρέτως οι μικρές εκμεταλλεύσεις, άρα ο παρονομαστής θα συνεχίσει να μειώνεται. Το μικρό μέγεθος όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί με συλλογικές δράσεις, με γνώση και με διαρκή ενημέρωση, με την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και με τη διαρκή συστηματική προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς, της τεχνολογίας και των επιστημονικών εφαρμογών. Ο αριθμητής του κλάσματος, η προστιθέμενη αξία της αγροδιατροφής, έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης και η κατανομή του θα πρέπει να γίνει με κριτήρια ανάπτυξης και αντίστοιχης συμβολής στους εθνικούς στρατηγικούς στόχους. Στον αριθμητή, όχι μόνο αριθμητικά αλλά και ποιοτικά, θα πρέπει να στοχεύσει η εθνική στρατηγική για την αγροδιατροφή.
όλο το κείμενο στην διανέοσις εδώ
κέιμενο στην διανέοσις 4/αυγούστου/2020
στο κείμενο αυτό επιχειρούμε να ψηλαφίσουμε τις επιπτώσεις της Covid-19 στην ελληνική αγροδιατροφή, κυρίως αναλύοντας την εμπειρία από την οικονομική κρίση 2008-2017 και αξιολογώντας τον νέο προϋπολογισμό της ΚΑΠ 2021-27. Θα πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί στις αξιολογήσεις καθώς τα στοιχεία είναι νωπά και η πανδημία ακόμα σε εξέλιξη, παρ’ όλα αυτά μπορούμε να τολμήσουμε μερικές διαπιστώσεις. Συνοπτικά, η πρωτογενής παραγωγή στην Ελλάδα δεν αναμένεται να επηρεαστεί από την πανδημία, όπως λίγο επηρεάστηκε από την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Η μεταποίηση όμως, η διανομή και η εστίαση θα επηρεαστούν αρνητικά και ίσως πολύ σημαντικά –ειδικά η εστίαση. Η κατάρρευση του τουρισμού θα έχει ίσως κάποιες επιπτώσεις σε συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής και μεταποίησης, αλλά στο σύνολο δεν θα επηρεάσει σημαντικά την αγροδιατροφή. Η νέα ΚΑΠ θα έχει στο μέλλον κομβικές επιπτώσεις στη γεωργία και στην αγροδιατροφή.
Η πανδημία συνέβαλε στο να κατανοήσουμε βαθύτερα τον ρόλο της αγροδιατροφής, όχι μόνο στην Covid-19 αλλά και σε μελλούμενες πανδημίες, και μας βοήθησε να αντιληφθούμε τη σημασία της παραγωγής, μεταποίησης, διανομής και κατανάλωσης τροφίμων ευρύτερα. Στις περισσότερες πρωτεύουσες του κόσμου, με κάποιες -δυστυχώς σημαντικές- εξαιρέσεις, έγινε αντιληπτό ότι η στρατηγική προς την αειφόρο ανάπτυξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα αειφόρο σύστημα αγροδιατροφής. Στις Βρυξέλλες, η εμπειρία της Covid-19 ενσωματώθηκε αμέσως στη στρατηγική για την αγροδιατροφή, για το κλίμα και για τη βιοποικιλότητα. Παρότι η Σύνοδος Κορυφής της 21 Ιουλίου 2020 που συνεδρίασε και αποφάσισε υπό το φάσμα μιας δραματικής επερχόμενης ύφεσης, έδειξε μια υποχώρηση, οι βασικές αρχές των στρατηγικών για την αειφορία φαίνεται να είναι ακόμα ζωντανές στους θεσμούς της Ε.Ε., στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από ό,τι διαφάνηκε και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αυτό ίσως αποτελέσει ένα λάκτισμα προς τις 27 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στην Αθήνα, για να κάνουν το ίδιο στο μέλλον.
Η χώρα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα τη σύνταξη μιας εθνικής στρατηγικής για την αγροδιατροφή, οριζόντια ανά προϊόν, αλλά και γεωγραφικά, θέτοντας την αγροδιατροφή στην προπομπή μιας πορείας προς την αειφόρο ανάπτυξη, όπως έπραξε η Ε.Ε. με την ΑΑΣΠ. Η μείωση των συνθετικών λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και αντιβιοτικών καθώς και η αύξηση της οικολογικής γεωργίας θα παράξουν ένα εθνικό κοινό αγαθό ωφελώντας κατ’ αρχήν το περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα και την ελληνική φύση. Για τη συμβολή της στο κοινό αγαθό του περιβάλλοντος και της φύσης, καθώς και στην οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειας και της χώρας, η γεωργία και η αγροδιατροφή αποτελούν εθνική υπόθεση, όχι μόνο της γεωργίας και των γεωργών. Είναι εθνική υπόθεση η γεωργία κυρίως γι' αυτό: επειδή απέδειξε ότι μπορεί να κρατήσει σταθερό το εισόδημα και την απασχόληση στην ελληνική περιφέρεια. Για να το επιτύχει όμως αυτό η χώρα, απαιτείται άμεσα μια συντονισμένη εθνική στρατηγική. Επειδή αφορά ένα κοινό εθνικό αγαθό, η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να ξεκινά μόνο από τα γραφεία της πλατείας Βάθη. Χρειάζεται και ένας άλλος φορέας-θεσμός που να ενσωματώσει όλους τους εταίρους της αγροδιατροφής. Εκτός από τους αγρότες πρέπει να συμμετέχουν και οι εταίροι της μεταποίησης, της διανομής, της εστίασης και του τουρισμού, καθώς και όλο το σύστημα των αγροτικών εισροών, ακόμη και οι τελικοί καταναλωτές. Απαραίτητος παράγοντας είναι η επιστημονική κοινότητα και κυρίως ένας "μεσολαβητής" που θα μεταδίδει τη γνώση και θα συμβουλεύει τους γεωργούς και τους υπόλοιπους εταίρους καθώς και ένας λειτουργικός, μοντέρνος διοικητικός μηχανισμός για την εφαρμογή και τον έλεγχο.
Τα κλάσματα της ελληνικής γεωργίας μπορούν να βελτιωθούν είτε αυξάνοντας τον αριθμητή (μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία), είτε μικραίνοντας τον παρονομαστή (λιγότεροι δικαιούχοι). Στον παρονομαστή, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να συμβάλουν, ούτε και να επιβιώσουν όλες ανεξαιρέτως οι μικρές εκμεταλλεύσεις, άρα ο παρονομαστής θα συνεχίσει να μειώνεται. Το μικρό μέγεθος όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί με συλλογικές δράσεις, με γνώση και με διαρκή ενημέρωση, με την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και με τη διαρκή συστηματική προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς, της τεχνολογίας και των επιστημονικών εφαρμογών. Ο αριθμητής του κλάσματος, η προστιθέμενη αξία της αγροδιατροφής, έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης και η κατανομή του θα πρέπει να γίνει με κριτήρια ανάπτυξης και αντίστοιχης συμβολής στους εθνικούς στρατηγικούς στόχους. Στον αριθμητή, όχι μόνο αριθμητικά αλλά και ποιοτικά, θα πρέπει να στοχεύσει η εθνική στρατηγική για την αγροδιατροφή.
όλο το κείμενο στην διανέοσις εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου